Συναντήσαμε στα γραφικά δρομάκια του Κολωνακίου έναν τακτικό θαμώνα της περιοχής, τον λαϊκό τραγουδιστή Κωνσταντίνο Απέργη και συζητήσαμε για την πραγματική διασκέδαση και την ομορφιά της μακριά από τα κυκλώματα και τα περίεργα κατατόπια. Ο Κωνσταντίνος Απέργης είναι ένας καλλιτέχνης που εδώ και 40 χρόνια περίπου εργάζεται ακατάπαυστα και μας άνοιξε την καρδιά του μιλώντας για τις εμπειρίες του στις μεγάλες πίστες, το τηλεπαιχνίδι που παρουσίαζε δίπλα στη Σόφη Ζανίνου ως το σήμερα που συνεχίζει ακατάπαυστα να χαρίζει διασκέδαση με τη μοναδική φωνή του.
Ένας άνθρωπος που αγαπά την οικογένεια, την καλή παρέα και τους επιστήθιους φίλους, κάτι που διαπιστώσαμε από τον κόσμο που τον χαιρετούσε όση ώρα διήρκησε η συνέντευξή μας. Απολαύσαμε τον καφέ μας και υπέροχο δροσερό κρασί στα εμβληματικά Frankie και Nice and Easy.
Πώς ξεκίνησες, τα πρώτα σου βήματα, τα πρότυπα των καλλιτεχνών, πώς μπήκες μέσα στο τραγούδι και πως λειτούργησε όλο αυτό ;
Από 13 -14 Χρονών είχα κατασταλάξει ότι θα γινόμουν τραγουδιστής, έπαιρνα το στύλο, έβαζα ένα κορδόνι, το έκανα μικρόφωνο και τραγουδούσα ακούγοντας τους δίσκους του Νταλάρα, του Πάριου και άλλων καλλιτεχνών. Η πρώτη μου δουλειά σαν τραγουδιστής ήταν όταν έκανα το στρατιωτικό μου στην Αλεξανδρούπολη, στη Νεράιδα ένα μαγαζί που στις 5:30 τελειώναμε τη δουλειά και στις 6:00 ήμουν απίκο στην αναφορά. Μέχρι που σε πέντε μήνες έπαθα υπερκόπωση και έπεσα ξερός. Από κει και μετά, με το που απολύθηκα, ξεκινά η επαγγελματική σταδιοδρομία μου. Ξεκίνησα ως μουσικός, καθώς έπαιζα πλήκτρα στο chevalier στην Κηφισιά και γενικότερα σε πολύ καλά μαγαζιά ως πιανίστας και τραγουδιστής, αλλά η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά σαν τραγουδιστής ήταν στο «Εμπατή» το ’92 με τον Γιώργο τον Μπουλουγουρά. Μετά το 1992 με Τζαβαράκια, με Πάριο, με Βανδή, με Ρέμο και με πολλούς άλλους συναδέλφους.
Είναι βαρύ το να διασκεδάζεις τον κόσμο δηλαδή το κοινό είναι απαιτητικό ή όχι;
Το κοινό είναι απαιτητικό γιατί η διαφορά μιας συναυλίας με τα μπουζούκια είναι ότι στη συναυλία πας να ακούσεις, βασικά ξέρεις τι θα ακούσεις, έχεις την απαίτηση αυτό που θα ακούσεις να είναι καλό και αυτός που θα το τραγουδήσει εξίσου αξιοπρεπής, αλλά οι θαμώνες των μπουζουκιών διαφέρει. Είναι νύχτα έχει πιει λίγο παραπάνω, έχει αφεθεί λίγο πιο ελεύθερος έχει πολλά προβλήματα τα οποία τα κουβαλάει από το πρωί και το βράδυ θέλει να τα εξωτερικεύσει, οπότε είναι πολύ πιο δύσκολο να φέρεις τον άλλον, σε ρυθμό διασκέδασης.
Η νύχτα και ο τραγουδιστής, κοινό μυστικό για πολλούς, τα κυκλώματα, τι συμβαίνει στο χώρο ενώ βλέπουμε ανθρώπους οι οποίοι έχουν φωνές και αξίζουν να είναι στάσιμοι;
Κυκλώματα πολλά-πολλά στα οποία πρέπει να πεις ναι για να φτάσει σε ένα σημείο. Αν πεις όχι συνεχίζεις μεν να είσαι τραγουδιστής αλλά όχι στα πρώτα σκαλοπάτια. Εμένα ανέκαθεν μου άρεσε η οικογένειά, μου άρεσε πιο ήσυχη ζωή, δεν μου άρεσαν τα πολλά μπλεξίματα ήταν επιλογή μου δηλαδή. Ήθελα πάρα πολύ να φτάσω σε ένα σημείο να με αναγνωρίζει ακόμα και ο τελευταίος άνθρωπος. Αλλά θέλει πολύ τρέξιμο και δεν ήμουν και διατεθειμένος. Επίσης δεν είχα τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσω όλο αυτό.
Σαν να λέμε να πας να αγοράσεις τη δουλειά σου, ουσιαστικά να νοικιάσεις τη δουλειά σου.
Ακριβώς! Κοίτα είναι λογικό οι άνθρωποι που θα σου γράψουν ένα τραγούδι πρέπει να πληρωθούν, δεν λέω όχι σε αυτό, αλλά ο τρόπος της διαφήμισης απαιτεί υπερβολικά μεγάλα ποσά, τα οποία δεν βγαίνουν τόσο εύκολα. Οπότε η πρέπει να έχεις backup ενός ποσού και να πεις χαλάω 150.000 ευρώ για να γίνεις πρώτο όνομα με αυτό που λέγαμε παλιά «σου πουλάω το χωραφάκι μου να γίνω τραγουδιστής» ή πρέπει να έχεις έναν επιχειρηματία ο οποίος θα πιστέψει σε εσένα και μετά να κάνεις μια άλλου είδους συμφωνία επαγγελματική. Όπως συμβαίνει σε πολλά μαγαζιά ώπου πολλοί επιχειρηματίες εχουν αναλάβει συναδέλφους μου.
Ας γυρίσουμε πάλι στο μουσικό κομμάτι αμιγώς, υπάρχει σήμερα λαϊκό τραγούδι και πώς υποστηρίζεται;
Το λαϊκό τραγούδι όπως το θέτουμε εμείς με τα δικά μας πρότυπα Διονυσίου, Καζαντζίδη, Μητροπάνου και άλλους δεν υπάρχει και δεν είναι αυτό που ακούει η σημερινή νεολαία, για παράδειγμα όπως σε εμάς δεν μας άρεσαν οι καντάδες που άκουγαν παλιά οι γονείς μας και λέγαμε «Τι τραγούδια είναι αυτά». Δεν είναι κατακριτέο αυτό, είναι ένα κύμα ας πούμε. Δεν υπάρχει μπουζούκι σήμερα, εμένα δε μου αρέσει, θέλω και απαιτώ στα σχήματα που πηγαίνω να τραγουδήσω, να υπάρχει μπουζούκι, αλλά βλέπω ότι υπάρχουν πολλά μαγαζιά σήμερα που δεν το προτιμούν.
Είχαμε διαβάσει τη συνέντευξη της Αρετής Κετιμέ, που είχε δηλώσει ότι μου αρέσει να συνεργάζομαι με οικογενειακές ταβέρνες και είμαι καλά με αυτό.
Υπάρχουν δύο απαντήσεις σε αυτό τι εννοώ η πρώτη είναι, ότι δουλεύεις πλέον σε ταβέρνες γιατί δεν μπορείς να σταθείς σε χώρους μπουζουκιών ή κλαμπ και η δεύτερη είναι ότι είναι επιλογή ή και λόγω ηλικίας. Για την Αρετή δεν ξέρω δεν θα εκφέρω γνώμη δεν τη γνωριζώ προσωπικά την κοπέλα.
Εσύ είσαι καλά με αυτό Κωνσταντίνε; Αυτό που είδαμε εμείς σε μία επίσκεψη που κάναμε σαν M&L και κάναμε την πρώτη μας συζήτηση είδαμε έναν άνθρωπο, έναν καλλιτέχνη, μαζί με το υπόλοιπο μουσικό σχήμα να ξεσηκώνει τον κόσμο να επικοινωνεί με τον κόσμο δηλαδή μία ολοκληρωμένη παράσταση με την καλή της έννοια.
Κοίτα, εγώ μετράω πολλά χρόνια στα μπουζούκια πάντα το μότο μου είναι ότι ο καλλιτέχνης υποχρεούται σε όποιο χώρο και να βρίσκεται, είτε είναι σε ταβέρνα, είτε και εδώ που μιλάμε τώρα, είτε σε μεγάλη πίστα μπουζούκια να διασκεδάζει τους θαμώνες.
Αυτό που λέμε σήμερα πάμε να δούμε τον Κωνσταντίνο Απέργη ή πάμε να ακούσουμε τον Κωνσταντίνο Απέργη, γιατί πολλοί λένε πάμε να δούμε τον\την τάδε καλλιτέχνη για παράδειγμα, τι ισχύει;
Οχι είναι μία μίξη, να βλέπεις και να ακούς προτιμώ να λένε πάμε να περάσουμε καλά στον Κώστα αυτό, αυτό είναι η χαρά μου, το να έρχεται κάποιος να περάσει καλά δυο-τρεις ώρες και να ξεχάσει τα προβλήματα του γιατί έχουμε και πάρα πολλά αυτή την εποχή, για εμένα είναι το καλύτερό μου.
Πού σε βρίσκουμε αυτή την στιγμή και πόσο καιρό είσαι εκεί και πώς λειτουργεί αυτή η αλληλεπίδραση με το χώρο που βρίσκεσαι.
Καταρχάς, εγώ -ως καρκίνος στο ζώδιο – θα το ξεκινήσω από εκεί, θέλω να αισθάνομαι καλά στο χώρο εργασίας μου, εάν δεν αισθάνομαι καλά και πνίγομαι, πραγματικά δεν μπορώ να λειτουργήσω. Με τους συνεργάτες μου στη Μαγγίνα είμαι 3 χρονια, έχω δει καταρχάς αυτό που μου άρεσε, είδα μία οικογένεια είδα πατέρα, μητέρα και τα δύο αδέρφια να παλεύουν για το μαγαζί να το έχουν στην κορυφή αυτή τη στιγμή τουλάχιστον όσον αφορά τον Πειραιά, με μεγάλη ιστορία 100 ετών. Είναι αξιολογότατοι άνθρωποι και πραγματικά εκεί έχω βρει το καταφύγιο μου. Φαντάσου ότι πηγαίνω και μέρες που δεν δουλεύω Θα κάτσουμε να φάμε να μιλήσουμε να πούμε τα αστεία μας.
Δισκογραφικά τι κάνεις, γενικά και αυτή την στιγμή;
Έχω σταματήσει να κάνω δουλειές από το 2013-14 γιατί δεν υπήρχε έδαφος δεν υπήρχε ενδιαφέρον, έχω κάνει δυο δουλειές η πρώτη το 2007 με ένα πολύ ωραίο ζεϊμπέκικο «συνήθισα» και τη δεύτερη έγινε το 2010 με τον Παναγιώτη Μπρακούλια είναι δημιουργός, πολλών επιτυχιών της Νατάσα Θεοδωρίδου του Κωνσταντίνου Αργυρού.
Μου έκανε την τιμή μαζί με τον Νίκο τον Βαξεβανέλη και τη Ναταλία Γερμανού 4 κομμάτια τα οποία αυτά, ας πούμε από εταιρεία δεν έχω δει ακόμα, δεν βρήκα κάπου να τα δώσω. Τώρα βρίσκομαι σε συζήτήσεις για ένα τραγούδι όσον αφορά το 2024.
Αυτό που καταλάβαμε εμείς είναι πως δεν μεταλλάσσεσαι και θα το διαπιστώσει ο αναγνώστης που ενδεχομένως να σε έχει ακούσει ήδη, είσαι ένας καλλιτέχνης που ερμηνεύει μεγάλη ποικιλία τραγουδιών με το δικό σου ύφος, χωρίς να μιμήσαι.
Προσπαθώ να μη το κάνω αυτό να σου πω την αλήθεια, ποτέ μου. Αν είναι καλό ή όχι ,δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Ποτέ μου δεν κάθισα να μελετήσω τραγουδιστές, να δω τι γυρίσματα έχει η φωνή τους, για να κάνω τα ίδια. Έχω βάλει τη δική μου προσωπικότητα στα τραγούδια, παρότι μερικοί με παρομοιάζουν με το Γονίδη επειδή η χροιά μας είναι παρόμοια, αλλά εντάξει πάντα θα υπάρχει η σύγκριση.
Βλέπουμε προσπάθειες παιδιών, νέων ανθρώπων που υποστηρίζουν το παλιό λαϊκό τραγούδι και το ρεμπέτικο. Σε κάποιες περιπτώσεις φτιάχνουν εναλλακτικά καφενεία και παίζουν μουσικούλα πως βλέπεις αυτή την τάση;
Τις ελεύθερες μου ώρες πραγματικά διασκεδάζω σε τέτοια μαγαζιά, δεν το υποστηρίζω αυτό το είδος δεν το έχω τραγουδήσει το παλιό ρεμπέτικο, έχω τραγουδήσει στη ζωή μου ρεμπέτικα αλλά όχι όπως πρέπει με το ηχόχρωμα που επρέπε. Θα πρέπει να υπάρχουν πολλά πιο πολλά παιδιά τα οποία έχουν ασχοληθεί και το έχουνε μελετήσει καλύτερα. Η Ελλάδα για μένα δεν πρέπει να σταματήσει να παράγει μουσική, καθώς έχει δημιουργήσει πολλά ήδη μουσικής μέσα από τον ποικιλόμορφο πολιτισμό της.
Πάμε 2 χρόνια πίσω εποχές καραντίνας πως ήταν;
Εποχές καραντίνας όχι μόνο για μένα αλλά και για όλο το κλάδο ήτανε ότι το χειροτερο, πραγματικά βρεθήκαμε έξω από τα νερά μας, βρεθήκαμε χωρίς δουλειά, με κάποια επιδόματα, τα οποία εντάξει βοήθησαν δεν μπορώ να πω, αλλά δεν ήταν αυτό που είχαμε μάθει τόσα χρόνια, άφησε πολλά κατάλοιπα εκλείσαν πολλά μαγαζιά μειώθηκαν πάρα πολύ τα μεροκάματα, πλέον τα μεροκάματα δεν είναι μεροκάματα καλλιτέχνη, είναι μεροκάματα ενός ιδιωτικού υπαλλήλου και αυτό με έχει στεναχωρήσει πολύ, γιατί εγώ ήμουν πολύ περήφανος, όταν έλεγα ότι είμαι καλλιτέχνης, τώρα το λέω και μου απαντούν «εντάξει και τι άλλη δουλειά κάνεις;»
Πολλοί καλλιτέχνες δεν είναι πολύ προσιτοί, ενώ εσύ τελειώνεις το πρόγραμμα σου, βγαίνει ο/η συνάδελφος ,πίνεις το ποτό σου ξεκουράζεσαι και περνάει ο κόσμος, σε χαιρετάει και τράβας την καρέκλα να κάτσει δίπλα σου να σου πει αυτό που θέλει, δεν χαιρετάς απλά και φεύγεις.
Κοίτα παλιά υπήρχαν τα καμαρίνια και έτσι χανόταν αυτή η επαφή. Τώρα ο κόσμος θα έρθει να σου μιλήσει είναι λογικό, θα έρθει μετά να σου πει την καθημερινότητα, τα προβλήματά του, σε βλέπει σαν ψυχοθεραπευτή, είμαι εκεί ανοιχτός, ακούω τους πάντες. Βέβαια, κάποιες φορές είναι κουραστικό, αλλά λαμβάνω ιδιαίτερη χαρά ταυτόχρονα.
Υπάρχει κάτι που σου χει μείνει ως μία κωμικοτραγική ιστορία ας πούμε σε μια βραδιά στην δουλεία όχι απαραιτητα τραγική;
Κωμικοτραγική. Ναι υπάρχει, υπήρξε βραδιά που τελειώνω το πρόγραμμά μου 4:00 το ξημέρωμα, έρχεται ένας τύπος με τη γυναίκα του και μου λέει: Παίρνεις την ορχήστρα τώρα όπως είσαι και πάμε Λαγονήσι ή Σαλαμίνα, συνεχίσαμε να τραγουδάμε για άλλες τόσες ώρες, μας πλήρωσε κανονικα.
Κωνσταντίνε είσαι προσιτός, ας πούμε σε ένα κάλεσμα, μια συνεστίαση, ένα γάμο, σε κάποιο κτήμα;
Κατά το πλείστον μου έχουνε τύχει πολλά τέτοια έξτρα από τη δουλειά μου και αυτό είναι και το κέρδος μου κιόλας, να με θέλει ο άλλος στη χαρά του.
Είσαι ένας καλλιτέχνης που διαχειρίζεται τη νύχτα, πολύ σωστά, τη νύχτα υπάρχουν περίεργα πράγματα, σε έχουν πλησιάσει για ναρκωτικά και άλλα;
Ναι ακριβώς το έθεσες σωστά. Άμα λες ότι δουλεύεις νύχτα και δεν σε έχουν πλησιάσει όλα αυτά θα πεις ψέματα. Απείχα από όλα αυτά. Από όσο βλέπεις δεν καπνίζω κιόλας.
Δεν θα πρέπει να είναι για μένα τα ναρκωτικά, οι κλίκες, η σεξουαλική προτίμηση του καθενός ή οτιδήποτε εκτός της τέχνης, κλειδί επιτυχίας, τα προσωπικά του καθενός δεν θα έπρεπε να επηρεάζουν εν γένει τον χώρο.
Τι θα κάνεις για διακοπές γενικά ,τώρα που σε βρίσκω και μέχρι πότε;
Έχουμε πίστη στη «Μαγγίνα» αγαπάω τη Μαγγίνα αυτό θέλω να το γράψεις και με κεφάλαια. Αγαπάω τα παιδιά, τον Αντώνη τον Στέλιο τον κύριο Νίκο, την κυρία Ειρήνη, αγαπάω όλα τα παιδιά στο service, αγαπάω τους συναδέλφους μου, τους μουσικούς.
Γενικά διακοπές, τώρα τελειώνουμε 22 Ιουλίου είμαστε για άλλα τέσσερα Σάββατα, δεν ξέρω πότε θα κλείσει κιόλας και μετά από 2 Σεπτεμβρίου ξεκινάμε.
Το καλοκαίρι ξεκούραση, υπάρχουν 3-4 εκδηλώσεις, παλιά τα καλοκαίρια δεν υπήρχε ξεκούραση, τώρα επειδή δουλεύω μέχρι Ιούλιο και μου μένει μόνο ο Αύγουστος είμαι επιλεκτικός. Στις 7 Ιουλίου θα βρίσκομαι στο Πόρτο Ράφτη στο «on the dock» ένα καλοκαιρινό μαγαζί στο λιμάνι του Πόρτο Ράφτη.
Θα επισκεφτώ και την Κρήτη για ένα event αλλά και για διακοπές. Θα είμαι με τη συνάδελφο και φίλη μου Ερωφίλη Τζάνου. Μετά πάλι από Σεπτέμβριο κανονικά στις επάλξεις, ευχαριστώ πάρα πολύ για το βήμα που μου έδωσες.
Συνέντευξη: Νεκτάριος Ντ. Χορμοβίτης
Επιμέλεια φωτογραφίας: Σπύρος Κόρδας – Adart Studio