Το φημισμένο «Samos» με ΠΟΠ ονομασία, τα «κρασοχώρια» και τα οινοποιεία της Σάμου
Ο φημισμένος Σαμιώτικος οίνος είναι ο καλύτερος «πρεσβευτής» των ελληνικών κρασιών στο εξωτερικό. Το αποκαλούμε «Μοσχάτο Σάμου» αντί για «Λευκό Μοσχάτο», καθώς η ποικιλία αυτή είναι ταυτισμένη με το γραφικό νησί του ανατολικού Αιγαίου. Αυτό βέβαια όχι άδικα μιας και το Μοσχάτο, γνωστό και ως Μοσχούδι ή Μοσχοστάφυλο, καλλιεργείται εδώ και χιλιετίες στο νησί, αποτελώντας αναπόσπαστο μέρος της ιστορίας, της παράδοσης και της οινικής κουλτούρας της Σάμου και βέβαια τον καλύτερο πρεσβευτή της, σε όλο τον κόσμο.
Ο μύθος θέλει τον Διόνυσο, θεό των αμπελιών και του κρασιού, όταν οι Σάμιοι τον βοήθησαν να νικήσει τις Αμαζόνες, να τους χαρίζει το μοσχάτο, μαθαίνοντάς τους την αμπελοκαλλιέργεια και την παραγωγή κρασιού. Από αυτό το σταφύλι, με τις μικρές ρώγες και την πλούσια γεύση, παράγεται αιώνες τώρα το φημισμένο «Λευκό Μοσχάτο», το οποίο λέγεται πως ονομάστηκε έτσι, επειδή το άρωμά του θυμίζει το αντίστοιχο των λουλουδιών του νησιού κάθε άνοιξη.
Στο διάβα των αιώνων, από την αρχαιότητα, τα βυζαντινά χρόνια, την οθωμανική κυριαρχία και τους Πολέμους Ανεξαρτησίας έως την Ένωση με την Ελλάδα το 1912, η αμπελουργία και η οινοποίηση του Λευκού Μοσχάτου σημάδεψαν καθοριστικά την τοπική ιστορία και κοινωνία της Σάμου, κάτι που συνεχίζεται έως τις μέρες μας.
Σήμερα, το «Μοσχάτο Σάμου» είναι διάσημο σε όλο τον κόσμο και έχει ταυτίσει απόλυτα το όνομά του με τη γεωγραφική του προέλευση, όπως συμβαίνει με τις πιο εκλεκτές διεθνώς ποικιλίες. Για αυτούς τους λόγους, το σαμιώτικο κρασί διαθέτει μια από τις παλαιότερες κατοχυρώσεις Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και δικαιούται να κυκλοφορεί διεθνώς μόνο με το όνομα «Samos». Με λαμπερό ανοιχτοκίτρινο χρώμα και πρασινωπές ανταύγειες, και ισορροπώντας υπέροχα μεταξύ ξηρού και γλυκού, το Samos εκφράζεται με μια συγκεκριμένη, σύνθετη γευστική εικόνα, με πολλά αρωματικά χαρακτηριστικά. Σε αυτά κυριαρχούν φρούτα και άνθη και πιο συγκεκριμένα, το φρέσκο σταφύλι, τα άνθη της πορτοκαλιάς και τα ροδοπέταλα. Επικρατεί, ωστόσο, το σταφύλι με τα πρωτογενή αρώματά του. Αν και στην επίγευση αφήνει μια ανεπαίσθητη γλύκα, η φυσιολογική φρεσκάδα του σταφυλιού υπερτερεί και δημιουργεί ένα εξαιρετικά αρμονικό σύνολο.